- λῃστρικοῦ
- λῃστρικόςmasc/neut gen sg
Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες). 2014.
Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες). 2014.
φλεγύας — Μυθολογικό πρόσωπο, γιος του Άρη και της Δωτίδας, γενάρχης και βασιλιάς του ληστρικού λαού των Φλεγύων της Θεσσαλίας. Πατέρας του Ιξίωνα και της Κορωνίδας, από την οποία ο Απόλλων απέκτησε τον Ασκληπιό. Επειδή ο Φ. πυρπόλησε τον ναό του Απόλλωνα… … Dictionary of Greek